Название | Άλκηστις |
---|---|
Автор произведения | Euripides |
Жанр | Драматургия |
Серия | |
Издательство | Драматургия |
Год выпуска | 0 |
isbn |
αν όχι πιο καλλίτερη, μα πιο ευτυχισμένη».
Είπε και εγονάτισε μπροστά εις το κρεββάτι
και το φιλεί και με θερμά δάκρυα το μουσκεύει.
Και όταν εκουράστηκε να κλαίη, βγαίνει έξω
σιωπηλή και προχωρεί με το κεφάλι κάτω
και φεύγει και ξανάρχεται, πολλές φορές, και πάλι
ξαναγυρίζει κλαίοντας στο νυφικό κρεββάτι.
Και τα παιδιά της τάμοιρα εκλαίγανε κ' εκείνα
στους πέπλους της μητέρας τους με πόνο κρεμασμένα.
Εκείνη στην αγκάλη της τάσφιγγε με λαχτάρα
και πότε το ένα βιαστικά φιλούσε, πότε τάλλο.
Μα κι' όλοι οι υπηρέται της, που έχει στο παλάτι,
έχυναν μαύρα δάκρυα για την καλή κυρά τους
και για την μαύρη μοίρα της. Εκείνη με το χέρι
όλους απεχαιρέτισε, και δεν υπάρχει ένας
ούτε κι' ο ταπεινότερος που να μη του μιλήση.
Τέτοια κακά ευρήκανε το σπίτι του Αδμήτου
Εάν ο ίδιος πέθαινε όλα γι' αυτόν χαμένα
μα και που εσώθη, συμφορά τον βρίσκει πιο μεγάλη
και τόση λύπη αισθάνεται, που δεν θα την ξεχάση.
Κι' ο Άδμητος; Πώς την βαστά αυτήν την δυστυχία;
και πώς θα τηνε στερηθή τέτοια καλή γυναίκα;
Την κλαίει· και κρατώντας την σφιχτά στην αγκαλιά του
τήνε θερμοπαρακαλεί να μη του φύγη ακόμα.
Αλλ' όμως πράγμα αδύνατον ζητά. Γιατί η αρρώστια
την έφαγε την δύστυχη, και έρχεται το τέλος.
Και έτσι μέσ' στα χέρια του, ενώ η ζωή της φεύγει
και λίγη ακόμη μένει της πνοή, ζητάει ακόμα
μία φορά τα μάτια της να ιδούν το φως του ήλιου
– για τελευταία της φορά, πριν κλείσουνε για πάντα —
Μα τώρα ας πάω να τους πω πως ήρθατε. Βεβαίως
οι βασιλιάδες πάντοτε δεν αγαπώνται τόσο,
ώστε να τρέχη ο λαός τριγύρω τους, σαν τύχη
να τους σπαράζη συμφορά. Εσείς παληοί είσθε φίλοι.
(Εισέρχεται εις τανάκτορα).
ΣΚΗΝΗ Ε'
Αλλοίμονον! Πώς θα βρεθή διέξοδος καμμία,
ω Ζευ πατέρα, να σωθούν από την δυστυχία
οι βασιλιάδες; Άρά γε το χέρι σου θα βάλης
ή από τώρα τα μαλλιά της κεφαλής να κόψω
και μαύρα να φορέσωμε και πένθος να ντυθούμε;
Ω, φίλοι! Δεν υπάρχει πια καμμιά αμφιβολία.
Εν τούτοις όμως στους θεούς θερμά ας προσευχηθούμε
γιατί αυτοί είναι δυνατοί, κι' όλα μπορούν να κάμουν.
Ω παντοδύναμε Παιάν, εύρε εσύ τον τρόπο
ν' απομακρύνης το κακόν από αυτό το σπίτι.
Βοήθησε· βοήθησε γιατί και προ ολίγου
συ έσωσες τον Άδμητον και συ μπορείς και τώρα
και απ' αυτόν τον θάνατον, αν θέλης, να τον σώσης
και να κρατήσης την ορμή την φονική του Άδου.
Ω γυιέ του Φέρητος, εσύ· τι τύχη σε προσμένει
τώρα οπού θα στερηθής τέτοια άξια γυναίκα!
Δεν είναι τάχα άξια αυτή η δυστυχία,
ώστε ο ίδιος να σφαγής ή να πνιγής μονάχος,
αφού θα χάσης σήμερα μια τόσο αγαπημένη
γυναίκα;
(Εις