Οθέλλος. Уильям Шекспир

Читать онлайн.
Название Οθέλλος
Автор произведения Уильям Шекспир
Жанр Драматургия
Серия
Издательство Драматургия
Год выпуска 0
isbn



Скачать книгу

ούτε της αγάπης μου την φλόγα να χορτάσω,

           πλην μόνον επειδή ποθώ να γείνη όπως θέλει.

           Και να φυλάξη ο θεός, 'ς τον νουν σας μη περάση

           πως θ' αστοχήσω σοβαρά κ' επίσημά μου χρέη,

           διότι θάχω 'ς το πλευρόν εκείνην. Εάν ήναι

           του Έρωτος του πτερωτού τα ελαφρά παιγνίδια

           να μου θολώσουν και τον νουν και την ενέργειάν μου

           ή να χαλάσουν ηδοναί την τέχνην της ζωής μου,

           τότε αγγείον μαγειρειού ας κάμουν αι γυναίκες

           την περικεφαλαίαν μου, και την υπόληψίν μου

           του κόσμου καταφρόνησις ας την καταμαυρίση!

ΔΟΓΗΣ

           Εσείς αποφασίσετε· ας μείνη ή ας φύγη.

           Το πράγμα είναι βιαστικόν κι' αναβολήν δεν θέλει.

Α’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ

           Απόψε φεύγεις απ' εδώ.

ΟΘΕΛΛΟΣ

           Με όλην την καρδιάν μου!

ΔΟΓΗΣ (προς τους Γερουσιαστάς)

           Εις τας εννέα την αυγήν εδώ σας περιμένω. —

(Προς τον Οθέλλον)

      Εδώ κανένας ας σταθή αξιωματικός σου, και με αυτόν σου στέλλομεν και τον διορισμόν σου και ό,τι άλλο χρειασθή να σου σταλθή ακόμη.

ΟΘΕΛΛΟΣ

           Να ο σημαιοφόρος μου, αν ήναι ορισμός σας.

           Είν' άνθρωπος ενάρετος και της εμπιστοσύνης.

           Εις τούτον την γυναίκα μου θ' αφήσω να μου φέρη,

           και ό,τι η εκλαμπρότης σου νομίση αναγκαίον.

ΔΟΓΗΣ

           Πολύ καλά. Σας εύχομαι εις όλους καλήν νύκτα.

(Προς τον Βραβάντιον.)

      Και, άρχον ευγενέστατε, εάν δεν ήναι ψεύμα, ότι δεν έχει ευμορφιάς η αρετή ανάγκην, τότ' ο γαμβρός σου κάτασπρος και όχι μαύρος είναι.

Α’ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ

           Χαίρε, κι' αγάπα την καλά, γενναίε Μαύρε· χαίρε!

ΒΡΑΒΑΝΤΙΟΣ

           Αν έχης 'μάτια κύτταζε, ω Μαύρε. Πρόσεχέ την·

           καθώς εμένα 'γέλασε, 'μπορεί να σε γελάση.

ΟΘΕΛΛΟΣ

           Την παίρνω 'ς την ψυχήν μου! Ναι!

(Απέρχονται, ο ΔΟΓΗΣ, οι ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΑΙ, ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ κ.τ.λ.)ΟΘΕΛΛΟΣ

           Τώρα, πιστέ μου Ιάγο,

           την Δυσδαιμόναν μου εγώ 'ς εσένα την αφίνω·

           να βάλης την γυναίκα σου, παρακαλώ, κοντά της,

           κι' όπως καλλίτερα 'μπορείς 'ς την Κύπρον να τας φέρης.

           Έλα· μια ώρα μοναχή μου μένει, Δυσδαιμόνα,

           μια ώρα έννοιας κ' έρωτος μαζή σου να περάσω.

           Είμεθα σκλάβοι του καιρού.

(Απέρχονται ο ΟΘΕΛΛΟΣ και η ΔΥΣΔΑΙΜΟΝΑ)ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ

           Ιάγο!

ΙΑΓΟΣ

           Τι λέγεις, παλλικαρά μου.

ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ

           Ηξεύρεις τι θα 'πάγω να κάμω τώρα;

ΙΑΓΟΣ

           Να πλαγιάσης και να κοιμηθής.

ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ

           Θα 'πάγω ίσα να πνιγώ!

ΙΑΓΟΣ

           Αν το κάμης, δεν θα σε αγαπώ ύστερα. Τι ανοησία

           είναι αυτή;

ΡΟΔΕΡΙΚΟΣ

           Ανοησία είναι να ζη κανείς, όταν η ζωή καταντήση

           βάσανον. Το μόνον ιατρικόν είναι ο θάνατος, όταν γείνη

           ιατρός μας ο Χάρος.

ΙΑΓΟΣ

           Ω