Название | Κριτήριο Λάιμπνιτς |
---|---|
Автор произведения | Maurizio Dagradi |
Жанр | Героическая фантастика |
Серия | |
Издательство | Героическая фантастика |
Год выпуска | 0 |
isbn | 9788873043188 |
<Α ναι;> ήταν η δριμεία απάντηση της αδελφής του. <Μόλις τέλειωσα τη διόρθωση του άλλου κοστουμιού σου, εκείνο που χωρίς να μου πεις τίποτα, άφησες σήμερα το μεσημέρι πάνω στο κρεβάτι!>
O Ντρου ρίγησε. Ορίστε. Εμπλεκόταν κι άλλο κοστούμι στην πρωινή έκρηξη.
Ο επικριτικός τόνος αυξήθηκε.
<Εκείνο ήταν μόνο σκονισμένο και τσαλακωμένο. Μόνο, τρόπος του λέγειν, γιατί χρειάστηκε ώρες για να πλυθούν και να σιδερωθούν τέλεια. Σακάκι, παντελόνι, πουκάμισο και γραβάτα. Εσύ, προφανώς δεν το καταλαβαίνεις, αλλιώς δεν θα έκανες και αυτό!>, είπε δείχνοντας με το χέρι προς το μέρος του.
Ο Ντρου δεν απάντησε και πήγε κατευθείαν στο μπάνιο, να καθαριστεί. Τα έβγαλε όλα. Έβαλε το λευκό πουκάμισο και τη φανέλα του, στο πλυντήριο. Δεν έπλενε ποτέ, έτσι προσπαθούσε να προσανατολιστεί: γύρισε τη λαβή προγραμματισμού στο σύμβολο των βαμβακερών και ξεκίνησε. Έβαλε το πουκάμισο και το παντελόνι στην μπανιέρα και με το τηλέφωνο του ντους ξέπλυνε όλον τον εμετό. Χρησιμοποίησε κρύο νερό, γιατί, από όσο ήξερε, έτσι δεν «μάζευαν» τα ρούχα. Ήλπιζε να τα είχε κάνει όλα σωστά. Τα άφησε όλα στο μπάνιο κι έκανε ένα ντους, μετά πήγε στην κρεβατοκάμαρα κι έβαλε πιτζάμες. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, ήταν του ήρθε η αναλαμπή. Το απορρυπαντικό! Δεν είχε βάλει απορρυπαντικό. Έτρεξε προς το μπάνιο, μα ήταν πλέον αργά. Η Τιμορίνα ήταν εκεί και κοιτούσε το τζάμι της πόρτας του πλυντηρίου, κουνώντας το κεφάλι. Σηκώθηκε και κοίταξε τον Ντρου, με οίκτο, συνεχίζοντας να κουνά το κεφάλι.
<Πήγαινε να κοιμηθείς, Λέστερ. Θα φροντίσω εγώ εδώ>, κατέληξε παραιτημένη.
Ο Ντρου ξεφύσησε και επέστρεψε στο δωμάτιό του.
Μόνο να ήξερε η Τιμορίνα τι είχε γίνει εκείνη την ημέρα στο εργαστήριο! Λιποθυμίες, εκρήξεις, τρόμος και αναστάτωση. Αλλά κι ο θρίαμβος της Επιστήμης! Ένα αποφασιστικό βήμα προς μία νέα εποχή στην ανθρώπινη ιστορία. Ήξερε ότι ήταν ιδεαλιστής, αλλά μέσα του ένιωθε ότι πλέον είχαν φτάσει στην επιτυχία και εκείνα τα περιστατικά ήταν πολύ μικρά μπροστά στο εκπληκτικό αποτέλεσμα που τους περίμενε.
Ξάπλωσε στο κρεβάτι του.
Άκουγε την Τιμορίνα στο μπάνιο, που περνούσε με μία βούρτσα τα ρούχα, για να τα καθαρίσει σε βάθος. Ορίστε, αυτό έπρεπε να κάνει. Αλλά τι ήξερε εκείνος; Σκεφτόταν τη Φυσική, τον ίδιο, τα στρατοσφαιρικά ύψη της σκέψης του, τις κατακτήσεις του πνεύματος, την αυριανή συνάντηση για τον απολογισμό της έρευνας…
Βυθίστηκε στον ύπνο, αφήνοντας αναμμένο το φως.
Ονειρεύτηκε ότι ήταν σε ένα κίτρινο δωμάτιο, αμέσως μετά σε ένα κόκκινο δωμάτιο, μετά πάλι στο κόκκινο κι ύστερα στο κόκκινο, περνώντας απότομα από το ένα στο άλλο, χωρίς να αντιλαμβάνεται κάποια μετάβαση, με αυξανόμενη ταχύτητα, όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα, μέχρι που άρχισε να ζαλίζεται και δεν έβλεπε πια τίποτα. Στο βάθος άκουγε να τρέχουν νερά μαζί με έντονες φωνές που μιλούσαν μανιωδώς, αλλά εκείνος δεν μπορούσε να καταλάβει τι έλεγαν. Ήταν φυλακισμένος σε εκείνη τη δίνη χρωμάτων και ήχων, μπερδεμένος, ανίκανος να σκεφτεί ή να κάνει κάτι, όταν ξαφνικά ξύπνησε.
Το ξυπνητήρι χτύπησε με έναν διαπεραστικό ήχο, χτυπώντας το γλωσσίδι στο μεγάλο ορειχάλκινο κουδούνι