του χαρακτήρος του Ιησού και της φύσεως των γεγονότων, αποδεικνύουν ότι το Παιδίον ήτο εκεί διά να ερωτά και διά να διδαχή, και όχι ως το Αραβικόν Ευαγγέλιον της Νηπιακής Ηλικίας ισχυρίζεται, διά να εξετάζη τους διδασκάλους κατ' αντιπαράστασιν «ένα έκαστον με την σειράν του», – όχι διά να εξηγή τον αριθμόν των σφαιρών και των ουρανίων σωμάτων, και την φύσιν και τας κινήσεις των, πολύ δε ολιγώτερον «διά να συζητή ζητήματα φυσικά και μεταφυσικά, υπερφυσικά και υποφυσικά»(!). Όλα αυτά ουδέν είνε ή μύθοι εφευρημένοι υπό των προτιμώντων τας φαντασιοσκοπίας των από την απλοϊκήν ειλικρίνειαν με την οποίαν οι Ευαγγελισταί μας αφίνουν να ίδωμεν ότι ο Ιησούς, ως παν άλλο παιδίον, προέκοπτεν εις σοφίαν βαθμιαίως και συμφώνως προς την εξέλιξιν της φυσικής αναπτύξεώς του. Εκαθέζετο εν τω Ναώ, όπως μας πληροφορεί ο Λουκάς εν πάση ταπεινοφροσύνη, πλήρης σεβασμού προς τους πρεσβυτέρους του, ως μαθητής φλογιζόμενος υπό της δίψης της γνώσεως, με ένα ενθουσιασμόν άγιον, όστις εκίνει τους διδασκάλους εις θαυμασμόν και είλκυε την εκτίμησίν των και την αγάπην των προς το Παιδίον. Η οίησις και η προπέτεια ήσαν ελαττώματα ξένα προς τον χαρακτήρα του, όστις από της παιδικής του ηλικίας μέχρι του θανάτου του, ήτο γλυκύς, εράσμιος, ταπεινόφρων. Ο Σεπ εικάζει ότι μεταξύ των παρισταμένων εις εκείνην την σκηνήν ήσαν πιθανώς και ο μέγας Ιλλήλ τον οποίον οι Εβραίοι τιμώσι και σέβονται ως δεύτερον σχεδόν Μωυσήν, και ο υιός του Ραββάν Συμεών, ο θεωρών την σιγήν ως την υψίστην των αρετών· και ο εγγονός του, ο ευγενής και χαρίεις και φιλελεύθερος Γαμαλιήλ· και ο Σαμμαΐ, ο μέγας αντίπαλός του, διδάσκαλος όστις ηρίθμει μεγαλειτέραν στρατιάν μαθητών και ο Αννάν ή Ανάς, υιός του Σηθ, του μέλλοντος δικαστού του Σωτήρος· και ο Βοίθος, ο πενθερός του Ηρώδου· και ο Ραββάν Βεν Βουτάχ, του οποίου τους οφθαλμούς εξώρυξεν ο Ηρώδης· και ο Νεχανιά Βεν Χισκανά, ο τόσον δοξασθείς διά τας νικηφόρους προσευχάς του· και ο Ιωχανάν Βεν Ζακχαίος, όστις προέλεξε την καταστροφήν του Ναού· και ο πλούσιος Ιωσήφ ο εξ Αριμαθείας· και ο συνεσταλμένος αλλά φλογερός Νικόδημος· και ο νεανίας Ιωνάθαν Βεν Ουσριήλ ο γράψας κατόπιν την περίφημον χαλδαϊκήν παράφρασιν, ο απείρως τιμώμενος υπό των ομοφύλων του. Αι αόριστοι χρονολογίαι των ραββινικών βιογραφιών καθιστώσιν απίθανον αν τινές εκ των ανωτέρω παρίσταντο εις το Ιερόν· όλα όμως τα πρόσωπα ταύτα αντιπροσωπεύουν ποικίλους τύπους ιουδαίων διδασκάλων της εποχής εκείνης. Και μολονότι ουδείς εξ αυτών ηδύνατο να υποθέση τις ο προ αυτών παριστάμενος, και μολονότι ουδείς εξ αυτών έζησεν όπως πιστεύση εις Εκείνον, ήσαν όμως όλοι γοητευμένοι και εξίσταντο εις την θέαν εκείνου του ευγενούς Παιδίου, όπερ ήκμαζεν εις όλον το πρώιμον κάλλος του βίου του και το οποίον εδείκνυε τόσην σύνεσιν και τόσον βαθείαν γνώσιν των θείων πραγμάτων, αν και ουδέποτε εφοίτησεν εις τας σχολάς των Ραββίνων.
Ενταύθα λοιπόν, εν τω ναώ τω μεγαλοπρεπεί και απαστράπτοντι, καθήμενον εις τους πόδας των διδασκάλων, επί του πολυχρώμου ψηφιδωτού του καλύπτοντος το έδαφος, ο Ιωσήφ και η Μαρία εύρον το θείον Παιδίον.