Ο Βίος του Χριστού. Farrar Frederic William

Читать онлайн.
Название Ο Βίος του Χριστού
Автор произведения Farrar Frederic William
Жанр Зарубежная классика
Серия
Издательство Зарубежная классика
Год выпуска 0
isbn



Скачать книгу

      ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'

      Η Γέννησις

      Οι αγραυλούντες ποιμένες. – Ένα Χάνι ανατολικόν. – Το σπήλαιον της Βηθλεέμ. – Η απογραφή. – Ο Ιωσήφ και η Μαρία. – «Ουχ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι». – Η φάτνη και το παλάτιον. – Η γέννησις. – Προσκύνησις των ποιμένων. – Φαντασία και πραγματικότης. – Αντίθεσις των Ευαγγελίων προς τα Απόκρυφα.

      Εις απόστασιν ενός μιλίου από την Βηθλεέμ, υπάρχει μικρά τις πεδιάς και εν αυτή δάσος ελαιών, όπου κείται η απέριττος και παραμελημένη εκκλησία η γνωστή υπό το όνομα «Ο Άγγελος εις τους Ποιμένας». Η εκκλησία αυτή ορθούται εν τω μέσω του καθαγιασμένου εκείνου τόπου, όπου, κατά την ωραίαν γλώσσαν του ευαγγελιστού Λουκά, την μελωδικωτέραν ειδυλλίου διά παν χριστιανικόν ους, – «ήσαν ποιμένες αγραυλούντες και φυλάσσοντες φυλακάς της νυκτός επί την ποίμνην αυτών· και ιδού άγγελος Κυρίου επέστη αυτοίς και δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αυτούς» – και εις τα μακάρια ώτα των απήχησε το χαρωπόν άγγελμα, ότι την ημέραν εκείνην ετέχθη εν τη πόλει Δαυίδ εις Σωτήρ, ο Χριστός ο Κύριος.

      Παν ό,τι συνδέεται με την γέννησιν του Χριστού είναι ταπεινόν, και αυτό δε το μέρος όπου είδε το φως της ημέρας ανακαλεί αναμνήσεις πενίας και μόχθων. Εκείνην την νύκτα, εφαίνετο αληθώς, ότι οι ουρανοί έμελλον να ραγώσιν, όπως αποκαλύψωσιν όλην την θείαν αρμονίαν των, όλην την ακτινοβόλον χαράν των. Αλλ' από τους ολίγους κατανυκτικούς στίχους του Λουκά, διά των οποίων περιγράφεται η γέννησις, δεν πληροφορούμεθα αν το μήνυμα του αγγέλου ήκουσαν και άλλοι εκτός των αγραυλούντων ποιμένων ενός πτωχικού χωρίου.

      «Και εξαίφνης», προσθέτει ο μόνος Ευαγγελιστής, όστις αφηγείται τα περιστατικά της αξιομνημονεύτου εκείνης νυκτός καθ' ην εγεννήθη ο Χριστός, εν τω μέσω της αδιαφορίας ενός κόσμου μη υποπτεύοντος τον λυτρωτήν του. «Εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου, αινούντων τον Θεόν και λεγόντων, «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη· εν ανθρώποις ευδοκία».

      Ηδύνατο να ελπίζη τις, ότι η ευσέβεια η χριστιανική θα εξωράιζε σήμερον το μέρος της γεννήσεως του Σωτήρος με υπέρλαμπρα μνημεία, και θα επλαισίου το άξεστον σπήλαιον των ποιμένων με τα πάλλευκα μάρμαρα και με τα περίκομψα μωσαϊκά μεγαλοπρεπούς τινος ναού. Αντί τούτου, η Εκκλησία του Αγγέλου, του ευαγγελισθέντος εις τους ποιμένας την χαράν την μεγάλην, είναι μία απλή κρύπτη πενιχρά· και ενώ ο προσκυνητής κατέρχεται τας ολίγας βαθμίδας τας τεθραυσμένας, αίτινες φέρουν από το δάσος των ελαιών κάτω εις το σπήλαιον, μετά κόπου πολλού κατορθόνει να πείση εαυτόν ότι ευρίσκεται εις ιερόν χώρον. Ίσως όμως να συνετέλεσεν εις την ατημελησίαν και εις την απλότητα της διασκευής η συναίσθησις, ότι η πενιχρότης του ναΐσκου αδελφόνεται αρμονικώς με το ταπεινόν επάγγελμα των ποιμένων, εις τα θαμβωμένα όμματα των οποίων επεφάνη το αστράπτον όραμα.

      «Διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ, και ίδωμεν το ρήμα τούτο το γεγονός, ό ο Κύριος εγνώρισεν ημίν», είπον οι ποιμένες, όταν οι αίνοι των αγγέλων έπαυσαν να ταράσσουν την σιγήν των άστρων. Και ανήλθον τον ομαλόν λόφον τον απέναντι, και διασχίσαντες τους σεληνόφωτους κήπους της Βηθλεέμ, έφθασαν εις την κορυφήν της φαιάς λοφοσειράς, επί της οποίας είνε κτισμένη η πόλις. Επί της κορυφής εκείνης ευρίσκετο το πανδοχείον του χωρίου. Την εποχήν εκείνην, το χάνι ενός χωρίου της Συρίας ήτο πιθανώς όμοιον, και ως προς την εξωτερικήν άποψιν και ως προς την εσωτερικήν διάταξιν, με τα υπάρχοντα και σήμερον εις την σύγχρονον Παλαιστίνην. Το χάνι είνε χαμηλή οικοδομή λιθόκτιστος, με έν μόνον πάτωμα συνήθως. Περιλαμβάνει δε ως επί το πλείστον μίαν τετράγωνον αυλήν περίφρακτον, εντός της οποίας προσδένονται τα ζώα και φυλάσσονται την νύκτα ασφαλώς, και έν χαμηλόν ισόγειον προς διαμονην των οδοιπόρων. Το λ ε β ά ν, ήτοι το σανιδόστρωτον έδαφος του ισογείου, είνε ανυψωμένον ένα πόδα υπέρ την επιφάνειαν της αυλής. Έν μεγάλον και ευρύχωρον χάνι δύναται να περιλαμβάνη πολλά τοιαύτα ισόγεια, τα οποία πράγματι ουδέν άλλο είνε ειμή χαμηλά δωμάτια άνευ τοίχου προς το μέρος της αυλής. Το χάνι συνεπώς είνε μέρος δημόσιον· παν ό,τι γίνεται εντός αυτού, περιπίπτει εις την αντίληψιν πάντων των ξενιζομένων. Εκτός τούτου στερείται εντελώς επίπλων. Ο οδοιπόρος δύναται να φέρη το στρώμα του αν θέλη, ημπορεί να καθήση σταυροπόδι να φάγη, και να κοιμηθή κατόπιν επ' αυτού. Κατά κανόνα, πρέπει να φέρη μαζύ του και την τροφήν του, να περιποιήται μόνος τα ζώα του, να τα ποτίζη μόνος του. Δεν ελπίζει, αλλ' ούτε και απαιτεί να τον υπηρετούν, και αντί ελαχίστης δαπάνης ευρίσκει ασφάλειαν, στέγην και χώρον να κοιμηθή.

      Εν Παλαιστίνη συμβαίνει κάποτε ολόκληρον το χάνι, ή τουλάχιστον η αυλή η προωρισμένη διά τα ζώα, να είνε έν από τα απειράριθμα εκείνα σπήλαια, τα οποία αφθονούν εις τας πλευράς των αργιλλωδών λόφων της. Τοιούτο φαίνεται να ήτο και το χάνι της Βηθλεέμ, του μικρού χωρίου του περιλαμβανομένου εν τη περιοχή της φυλής του Ιούδα. Ο Ιουστίνος ο απολογητής, όστις εγνώριζε κάλλιστα την Παλαιστίνην, και όστις έζησεν ένα σχεδόν αιώνα μετά την εποχήν του Χριστού, τοποθετεί την σκηνήν της γεννήσεως εντός σπηλαίου. Και τοιαύτη πράγματι είνε η αρχαία και αναλλοίωτος παράδοσις της τε Ανατολικές και Δυτικές Εκκλησίας, είνε δε η μόνη εκ των ολίγων, εις τας οποίας, καίτοι σιωπά περί αυτών η ιστορία των Ευαγγελίων, δυνάμεθα να προσδώσωμεν λογικήν τινα πιθανότητα. Υπέρ το σπήλαιον τούτο ηγέρθη η Εκκλησία και η Μονή της Γεννήσεως, και εντός άλλου τινός σπηλαίου, παραπλεύρως